Το μεγαλύτερο έγκλημα είναι ότι για 12 λεπτά δυο τρένα βρίσκονταν στην ίδια γραμμή και δε βρέθηκε ένας ρημαδιασμένος τρόπος αυτό να εντοπιστεί και να σταματήσει. 12 λεπτά για μέσα μαζικής μεταφοράς είναι 12 αιώνες σε πραγματικό χρόνο. Μέσα σε αυτό το αδιανόητο έγκλημα χωράνε οι συμβάσεις που δεν υλοποιήθηκαν, οι προειδοποιήσεις που πετάχτηκαν στα σκουπίδια, οι απεργίες που αφορούσαν την ασφάλεια και κρίθηκαν παράνομες, οι άδειες που δόθηκαν στα τρένα να πηγαίνουν με ταχύτητες που δε μπορούσαν να υποστηριχτούν από το δίκτυο για να αυξήσουν τα κέρδη τους oι μέτοχοί τους, τα εκατοντάδες μικρότερα ατυχήματα που είχαν αγνοηθεί, τα ψέματα του τότε υπουργού μέσα στη Βουλή, τα ρουσφέτια κι η αποδιοργάνωση στα σταθμαρχεία.
Αυτό και μόνο θα ήταν (υπέρ)αρκετό για να βρίσκονται στην φυλακή υπουργοί, διοικητικοί υπάλληλοι, υψηλόβαθμα στελέχη κι ο κάθε εμπλεκόμενος σε ένα φαγοπότι που οδήγησε τελικά σε ένα όργιο αίματος και πόνου.

Από εκεί και πέρα έγινε ένα δεύτερο έγκλημα, πιθανότατα μικρότερο, αλλά σαφώς και πιο «ανεξήγητο», πιο what the fuck από καθετί άλλο. Ήταν η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού στη διαχείριση του γεγονότος από την αμέσως επόμενη στιγμή. Ενώ αν δυο αμάξια «φιληθούν» σε μια διασταύρωση, κλείνει ο δρόμος, δεν μετακινείται τίποτα, μέχρι να έρθει η αστυνομία κι οι ασφαλιστικές για να δουν με ακρίβεια τις συνθήκες του ασήμαντου ατυχήματος, σε ένα τέτοιο φονικό από τα πρώτα κιόλας λεπτά απελευθερώθηκαν τάχιστα υψηλές επιδοτήσεις ώστε να ξεκινήσει να μπαζώνεται και να ξεμπαζώνεται το σημείο, στοιχεία, ακόμα κι ανθρώπινα μέλη ή κόκαλα, άρχισαν να καταστρέφονται -εκούσια ή ακούσια- ή να μεταφέρονται αλλού, δεν υπήρξε καμία μέριμνα για προστασία του χώρου, άρα όποιος ήθελε μπαινόβγαινε, εξετάσεις παραλήφθηκαν, πρωτόκολλα παραβιάστηκαν, δεν υπήρχε καν ένας οργανισμός διαχείρισης της κατάστασης, οπότε το ανέλαβε η τροχαία της Λάρισας που το αντιμετώπισε ως… ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Χάθηκαν τόσα τεκμήρια και τόσα σοβαρά στοιχεία, καταστράφηκε τόσο πολύ υλικό τόσο σύντομα, σπαταλήθηκε τόσος χρόνος, που πραγματικά φοβάμαι ότι είναι δύσκολο να επικυρωθεί με ακρίβεια όποια άλλη αλήθεια αφορά αυτό το έγκλημα πέρα από το βασικότερο, την αδιανόητη σύγκρουση των τρένων με αυτόν τον τρόπο.
Φυσικά το αν κάποιοι από τα θύματα δεν πέθαναν από τη σύγκρουση, αλλά κάηκαν, πέθαναν από ασφυξία, από δηλητηριώδη αέρια ή οτιδήποτε άλλο είναι απίστευτα σημαντικό κι ηθικά και ποινικά. Για αυτό κι η εξέταση τέτοιων παραμέτρων είναι υποχρεωτική σε κάθε ανάλογο περιστατικό ανεξαρτήτως του πόσο προφανή ή όχι μοιάζουν τα αίτια ενός θανάτου. Το να ξέρουμε με ακρίβεια πώς πέθανε το κάθε θύμα είναι απολύτως αναγκαίο για όλους τους λόγους του κόσμου. Από το να δημιουργηθεί ένα αξιόπιστο κατηγορητήριο και να αποδοθούν δίκαια οι ευθύνες μέχρι να επικαιροποιηθούν τα ζητήματα ασφαλείας (πχ πυρασφάλεια) για να μην επαναληφθούν τέτοιες τραγωδίες.
Σε ένα βαθμό, λοιπόν, το ποτάμι δε γυρίζει πίσω.
Αυτό όμως δεν υποτιμά στο ελάχιστο τον αγώνα του Πάνου Ρούτσι ούτε φυσικά την υποστήριξη των ανθρώπων που στάθηκαν δίπλα του αλληλέγγυοι. Ακόμα κι αν αυτή η προσπάθεια αποδειχτεί ματαιοπονία, ακόμα κι αν είναι ανθρωπίνως κι επιστημονικώς αδύνατο πια να συλλεχθούν όλες αυτές οι πληροφορίες που χρειάζονται για μια δίκαιη δίκη, ο Πάνος Ρούτσι δικαιώθηκε, τίμησε τη μνήμη του γιου του ως ένας υπέροχος πατέρας, ως ένας σπουδαίος άνθρωπος, ως ένας συγκινητικός αγωνιστής της ζωής.
Ο Ρούτσι βάζοντας φωτιά στο σώμα του και τη ζωή του φώτισε την χυδαιότητα του συστήματος που παίζει κρυφτούλι με την αλήθεια πίσω από δικονομικές φούσκες και γραφειοκρατικές εύνοιες, ξεμπρόστιασε τους ανώτατους δικαστικούς και τα υπουργικά τρολ που κάθε μέρα έλεγαν κι από ένα διαφορετικό αφήγημα αυτοξεφτιλιζόμενοι, ανέδειξε το πόσο φτηνοί κι απάνθρωποι είναι αυτοί που κατέχουν την εξουσία και τα σκυλιά που ταΐζουν, φανέρωσε το πόσο ύποπτη είναι συνολικά η στάση του κράτους σε όλο αυτό το έγκλημα καταδικάζοντας τους οριστικά κι αμετάκλητα στη συνείδησή μας, κατέδειξε με τον πιο προφανή τρόπο ότι το δίλημμα είναι, τα κέρδη τους ή οι ζωές μας.
Μα πάνω από όλα μέσα σε αυτήν την κατήφεια μας έδειξε ότι ακόμα και σε στημένο αγώνα, ένας λαός συσπειρωμένος με το Δίκιο στην τσέπη του είναι η πιο ισχυρή δύναμη στη φύση, πως οι εξουσίες αφού φτάσουν και στο τελευταίο στάδιο ξεδιαντροπιάς και χυδαιότητας τελικά λυγίζουν και νικιούνται. Ο Πάνος Ρούτσι έδωσε ένα μάθημα ζωής, ελπίδας κι αγώνα μέσα από την προσωπική του τραγωδία και τον ατέλειωτο πόνο μιας αδικίας που δεν καταπίνεται.
Ο Πάνος Ρούτσι είπε με τον δικό του τρόπο το :
ΚΙ ΑΣ ΜΗ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ ΠΟΤΕ, ΘΑ ΠΟΛΕΜΑΜΕ ΠΑΝΤΑ