Η τελετή του «αναγεννημένου» Πενταγώνου —με τις 730 κάθετες περσίδες αλουμινίου, την «Κιβωτό Εθνικής Μνήμης», τα μουσικά δρώμενα και τις διακηρύξεις για F-35, Rafale και drones— υπήρξε όλα όσα ο πολιτικός θεατράνθρωπος χρειάζεται για να μετατρέψει την άμυνα σε εικόνα.
Η νέα όψη του κτιρίου περιγράφεται ως «φίλτρο του φωτός του παρόντος» που «αντανακλά τον δυναμισμό του μέλλοντος»: ένα λεξιλόγιο που αποκαλύπτει το βαθύτερο νόημα του γεγονότος, ότι δηλαδή η υπεράσπιση της πατρίδας δεν νοείται πια ως πράξη συλλογικής ευθύνης, αλλά ως σκηνικό, ως μνημειακή τελετουργία της εξουσίας που αποθεώνει τη μεταφορά αντί της ουσίας. Η άμυνα μετατρέπεται σε θέαμα —και το κράτος παρουσιάζει ως εθνική αυτοπεποίθηση αυτό που στην πραγματικότητα είναι πολιτική αισθητικοποίηση της αδυναμίας του να στηρίξει τους ανθρώπους που την υπηρετούν.
 
Η μετατροπή της κρατικής άμυνας σε αρχιτεκτονική βιτρίνα και σπονδή προς την τεχνολογική υπεροχή δεν είναι αθώα. Είναι επιλογή κατανομής πόρων και σημασιών.
Όταν η Πολιτεία επενδύει το πολιτικό της κεφάλαιο στο να φωτίσει τα πρόσωπα των κτιρίων της, ενώ οι στρατιώτες, οι αξιωματικοί, οι εθελοντές και οι οικογένειές τους αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα μισθολογικά, στεγαστικά, υγειονομικά και επαγγελματικής προοπτικής, τότε η λέξη «υπεράσπιση» χάνει την ηθική της διάσταση και μετατρέπεται σε προπαγανδιστική επιφάνεια.
Δεν είναι κοινό αγαθό που στηρίζεται σε ανθρώπους, αλλά εικόνα που εξωραΐζει την εξουσία. Η άμυνα ως θέαμα υποκαθιστά την άμυνα ως κοινωνικό καθήκον.
Η συζήτηση για τα F-35, τα Rafale και τα drones, για την αποτροπή και τη «νέα εποχή των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων», αποκρύπτει τη βαθύτερη πραγματικότητα: ότι η τεχνολογική υπεροχή δεν σώζει χωρίς ανθρώπινη συνοχή, χωρίς αναγνώριση, χωρίς κοινωνική επένδυση στο πρόσωπο του ένστολου. Τα υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα έχουν κόστος απόκτησης, συντήρησης, εκπαίδευσης, ανταλλακτικών, εξάρτησης από εξωτερικούς προμηθευτές· αλλά το πιο κρίσιμο κόστος είναι αυτό που δεν λογίζεται στους προϋπολογισμούς — το κόστος της αδιαφορίας προς το ανθρώπινο δυναμικό.
Μία άμυνα που στηρίζεται στην τεχνολογία και όχι στην αξιοπρέπεια των ανθρώπων της είναι άμυνα εικονική, αναλώσιμη, χωρίς ψυχή.
Αν πράγματι θέλουμε την πραγμάτωση μιας ουσιαστικής «υπεράσπισης της πατρίδας», οι πολιτικές προτεραιότητες πρέπει να αντιστραφούν. Η αρχή είναι απλή και απαιτητική: να επενδύσουμε στον άνθρωπο πριν επενδύσουμε στο υλικό.
Οι μισθοί των ενστόλων, οι συνθήκες ζωής και υπηρεσίας τους, τα προγράμματα επανένταξης, η ψυχική και σωματική τους φροντίδα, η πρόσβαση σε στέγη και παιδεία, η κατοχύρωση αξιοπρεπών επαγγελματικών διαδρομών μετά τη θητεία — όλα αυτά είναι η αληθινή όψη της άμυνας. Η δημιουργία κινήτρων για νέους να ενταχθούν στις δυνάμεις, η μέριμνα για τις οικογένειες των στρατιωτικών, η αναβάθμιση των σχολών και των εφεδρειών, η ανάπτυξη εγχώριας τεχνικής βάσης συντήρησης — αυτά είναι τα έργα που δεν χρειάζονται εγκαίνια, γιατί είναι εγκατεστημένα στο σώμα της κοινωνίας.
Η εικόνα του Πενταγώνου με τις περσίδες αλουμινίου δεν συμβολίζει τη δύναμη, αλλά την απόσταση. Είναι το κάλυμμα της πολιτικής αμηχανίας απέναντι στην ίδια την ιδέα της πατρίδας.
Μιας πατρίδας που προβάλλεται αντί να οικοδομείται, που επιδεικνύεται αντί να στηρίζεται, που φωτογραφίζεται αντί να δικαιώνεται.
Η πολιτεία που σέβεται πραγματικά την άμυνα δεν την αισθητικοποιεί. Την θεσμοθετεί. Δεν την παραδίδει σε αρχιτεκτονικά γραφεία και διαφημιστικούς συμβολισμούς αλλά την εμπιστεύεται στους ανθρώπους της, στους χαμηλόβαθμους, στους αθέατους, στους υπηρέτες της σιωπής και της υπομονής.
Η ασφάλεια, ως δημόσιο αγαθό, δεν είναι τεχνική υπόθεση· είναι κοινωνική σχέση. Και η σχέση αυτή σήμερα αποσαθρώνεται από την ίδια τη ρητορική που υποτίθεται πως την τιμά. Αν η προτεραιότητα είναι η περσίδα και το «φιλτράρισμα του φωτός», θα έχουμε φωτεινά κτήρια και σκοτεινές ψυχές.
Αν η προτεραιότητα είναι ο άνθρωπος, θα έχουμε φτωχά κτήρια και πλούσια πατρίδα. Η υπεράσπιση δεν είναι σκηνικό. Είναι πράξη. Και η πράξη αυτή απαιτεί μισθούς, σεβασμό, δικαιοσύνη, και το θάρρος να δούμε ότι η πατρίδα δεν κατοικεί σε ένα υπουργείο, αλλά στα πρόσωπα εκείνων που την υπηρετούν χωρίς περσίδες.










