Όταν ο Ηλίας Μηνιάτης ξύπνησε μια πρωταπριλιά στο Ληξούρι 

ΓΡΑΦΕΙ Η ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΑ ΚΑΡΟΥΣΟΥ ΤΣΕΛΕΝΤΗ

ΓΡΑΦΕΙ Η ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΑ ΚΑΡΟΥΣΟΥ ΤΣΕΛΕΝΤΗ

Εκεί στο μακρινό 2024, ο Ηλίας Μηνιάτης ξυπνά την πρώτη Απριλίου, κοίτα την άνοιξη που μεσουρανεί και ψάχνει να βρει σε όλο το Ληξούρι έναν ψάλτη να κάνει λειτουργία. Αλλά δεν βρίσκει κανένα. Θες γιατί έγιναν είδος προς εξαφάνιση, θες γιατί είναι η μέρα που ειδικά στο πικολο Παρίσι το ψέμα πάει και έρχεται, παίρνει το πλοίο και φτάνει στο Αργοστόλι. Θα βρει εκεί άραγε τον ψάλτη που αναζητά;

Απρίλης δίχως έρωτα 

άνθη, ορμές και βλέμματα 

ποτέ δεν ξεπροβάλλει,

και ολονών τα στόματα

από την πρώτη μέρα,

κάνουν πως λένε ψέματα.

Μα όσα λέγονται 

τη πρώτη του Απριλιού 

έχουν αλήθεια μες στο νου,

κρυμμένη απ’ το ψέμα 

ντροπής αγάπης όνειρα 

μα και αποθημένα.

Είναι σάλπισμα φανερό 

πως το ο Απρίλης φέρνει 

ήχους ζεστούς καλοκαιριού 

μα και το Πάσχα του Θεού.

Στα αρχαία μας ερείπια 

γλυκά το σπουργιτάκι 

τρώει τον περισσό καρπό 

απ’ το μικρό χωράφι.

Αιώνες μετά ξύπνησε 

ο ξακουστός Μηνιάτης 

 και Ανάσταση απρόβλεπτη,

εγίνηκε στη Πάλη.

Σηκώθηκε,

περπάτησε γύρω απ’ την εκκλησία

και μες σε λίγα βήματα βρέθηκε στην πλατεία.

Οι άνθρωποι τον πέρασαν για κάποιο ξωμερίτη,

άλλοι ούτε τον κοίταξαν,

σκέφτηκε με λύπη: 

“δεν μοιάζω με αρχιμανδρίτη;”

Έψαξε οικογένεια,

λείπει στην εξορία

 του απάντησε αδιάφορα μεσόκοπη κυρία.

“Κανένας ψάλτης ξέμεινε να γίνει λειτουργία;”

ρώτησε και απάντηση δεν έλαβε καμμία.

Μπήκε στο πλοίο το μικρό, 

 κανένας δεν ήρθε σύνοδος 

ούτε ο εγγονός, 

που είχε ξεχάσει τον εαυτό

μες στην Αθηνάς τον καπνό.

Απέναντι περίμενε πομπή θεαματική 

μητροπολίτες και λαός,

υποδοχή με άγημα 

και χαρά,

μα ψάλτης, πουθενά.

Ευλόγησε 

το πλήθος σταυρωτά

κανένας για απέναντι; 

ρώτησε με χαρά.

Ο επίσκοπος τον κοίταξε : 

αν θες Πανιερώτατε, 

δίπλα είναι η μητρόπολη.

“Πάρτε την ευλογία μου 

μα ο ιερέας πάει, 

κει που μαζεύεται η περισσή ανάγκη”,

είπε και ξανακοίταξε

 μήπως δει κανα ψάλτη.

Ο δήμαρχος καταλλαβε πως θέλει να γυρίσει,απέναντι 

στο ξεχασμένο πια

πικολο Παρίσι.

Πανιερώτατε ικέτεψε,

μην μας αφήσεις μόνους

και Άγιο θα σε χρισουμε

όλου αυτό του τόπου.

Εγώ μοναχα σας ζητώ,

ενα ψαλτακι ταπεινό,

να κάνω λειτουργία 

απέναντι με τον Μπασιά 

να αγιάσουμε τη μοίρα.

Πάρε τον πρωτοσύγγελο 

εφωναξε ο δεσπότης

ξέρει καλά την ψαλτική 

και ας μην το φανερώνει.

Εκοίταξε ο Μηνιάτης 

το αρχιμανδρίτικο κεφάλι 

και ο πρωτοσύγκελος εγέλασε

με αμηχανία μεγάλη.

Τα μάτια του ιεροκύρηκα κοιτάξανε 

και με πικρία γελάσανε,

όταν χέρια ανταλλάξανε.

Στάθηκε απρόθυμος  

όταν ανέβηκαν στο πλοίο,

τον τάφο του τον γνώριμο

 πεθύμησε για λίγο.

Με λύπη αναρωτήθηκε,

που να χάθηκε του Ληξουρίου η χάρη;

κοίταξε τον Αργοστολιώτη

και πηγαίνοντας μακριά 

είπε τη σκέψη φωναχτά: 

” ο Θεός να σε φυλάει από παλιό διακοναρη”


ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ