Κείμενο: Ευαγγελινός Μιχελής
Καλή Καθαρά Δευτέρα!
Καλή Σαρακοστή σε όλους τους Κεφαλονίτες και Θιακούς, σε όλους τους Έλληνες ανά την υφήλιο!
Ο πίνακας του Σπύρου Βασιλείου αποδίδει γλαφυρά το λιτό μα τόσο πλούσιο σε αναμνήσεις και συναισθήματα τραπέζι της Καθαροδευτέρας! Η εικόνα μάλλον από το σπίτι του ζωγράφου στη σκιά της Ακρόπολης, όπου του άρεσε να προσκαλεί τους φίλους του και να τους προσφέρει τα αγαθά του τραπεζιού της ημέρας. Στο υπόβαθρο, ο Υμηττός κατά τόπους φωτισμένος από τον μεσημεριανό αλλά μετρημένο ήλιο, όσο επιτρέπουν τα σύγνεφα του Μαρτιού. Στο σκηνικό ακόμη ξεχωρίζει ένας χαρταετός αιχμάλωτος τώρα των συρμάτων του ηλεκτρικού. Ποιος να τον άφησε εκεί, αποκαμωμένος από την προσπάθεια του πετάγματος;
Κάτω από το τρίποδο πρασινωπό τραπεζάκι, που ανασύρει εικόνα παλαιού καφενείου, βρίσκουν καταφύγιο ένας χαρταετός, ένα ψάθινο καπέλο κι ένα μπαστούνι, ωσάν να ξεχάστηκαν προς στιγμήν εκεί. Απάνω στο τραπεζάκι αυτό το φορτωμένο με τη λιτότητα της ελληνικής Σαρακοστής, ανεμίζει ο τρίχρωμος χάρτινος μύλος, ανέξοδο παιγνίδι περασμένων εποχών. Με ποια χαρά, άραγε, προσέμεναν τα παιδιά το ζωηρό αεράκι, για να κινήσει να φέρνει βόλτες!
Και προχωρούμε στα καλούδια του τραπεζιού. Ο χαλβάς με το αμύγδαλο, που αναδίδει τις θύμησες των αλλοτινών παντοπωλείων, έτοιμος να κοπεί, δίπλα στις μαύρες ελίτσες της ελληνικής υπαίθρου. Παραπέρα η παραδοσιακή λαγάνα, αδύνατη, ταπεινή κι όχι φουσκωμένη μεγαλοπρεπώς αλλά ανούσια, όπως ορισμένες φορές συμβαίνει σήμερα. Στο κίτρινο πιάτο το μαρουλάκι, κάρδαμα και ρόκες, πιο δίπλα το δροσερό φρέσκο κρεμμυδάκι, μία συναυλία αρωμάτων μπρος στα μάτια μας. Σε κεντρική, περίοπτη θέση το λευκό, ρηχό (απλύ, όπως το λέμε στην Κεφαλονιά) πιάτο με το περιεχόμενο κόκκινου χρώματος. Να είναι ο περιώνυμος ταραμάς ή κόκκινη φακή;
Ρετσίνα χύμα στα ποτήρια κι η κανάτα περιμένει για την επόμενη γύρα και για τις προπόσεις “Εβίβα” και “Καλή Σαρακοστή”! Ελλάδα μιας άλλης εποχής, μιας άλλης πιο απλής, αληθινής ζωής.