Γράφει ο Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Από τα επαγγέλματα που έχουν σχεδόν ελαττωθεί είναι κι αυτό του παραδοσιακού σιδηρουργού. Λέγοντας δε παραδοσιακού σιδηρουργού, για να το διαφοροποιήσουμε από το επάγγελμα του σημερινού σιδηρουργού, θα πρέπει να πούμε πως εννοούμε εκείνον τον σιδηρουργό, που δεν χρησιμοποιεί ηλεκτρική βοήθεια για να συγκολλήσει και να κόψει το υλικό του και να το διαμορφώσει κατάλληλα.
Ήταν ο σιδηρουργός που άναβε το καμίνι του με τη μεγάλη φυσούνα και πύρωνε το σίδερο, για να το μεταφέρει αναμμένο πάνω στο αμόνι και εκεί με τα κατάλληλα εργαλεία να του δώσει την επιθυμητή μορφή.
Ένας τέτοιος σιδηρουργός- δημιουργός είναι και ο Σπυρογιάννης Αρδαβάνης. Η περίπτωση αυτού του τεχνίτη δεν ήταν απλή και συνηθισμένη για το λόγο ότι τα έργα του, έχουν προσωπική σφραγίδα και ταυτότητα.
Ο πατέρας του, Δημήτριος Ιωάννου Αρδαβάνης, (καταγωγή της οικογένειας ήταν από τους Σουλλάρους) μαθήτευσε κοντά στον παλιό Αργοστολιώτη σιδηρουργό Κορέση και αργότερα έγινε άξιος στο επάγγελμά του, με ιδιαίτερη κλίση στην κατασκευή κρεβατιών και σιδερένιων κιγκλιδωμάτων για τάφους. Ο Δημήτριος απόκτησε μαγαζί στο χωριό Μάγγανο και δούλεψε μαζί με τον επίσης άξιο σιδερά, αδελφό του, Χρήστο, από το 1903 έως 1920.

Ο Σπυρογιάννης από μικρό εξεδήλωσε ενδιαφέρον και συνέχισε το επάγγελμα του παππού του και του πατέρα του, έδειχνε πως θα τους ξεπεράσει κατά πολύ.
Είχε μέσα του μια ερευνητική διάθεση, να μελετά και να ανακαλύπτει το πώς είναι κατασκευασμένο το καθετί που του έκανε εντύπωση. Αναζητούσε τρόπους κατασκευής και λύσεις που να ξεφεύγουν από το σύνηθες της μηχανικής και της τεχνικής δουλειάς. Σ’ αυτό τον βοήθησε η μεγάλη αντίληψη που εύκολα την επιστράτευε και του έδινε λύσεις αξιόλογες και θαυμαστές.
Όντας παιδί, σκάλιζε πάνω σε κάλυκες από τα άδεια βλήματα των γερμανικών όπλων διάφορα σχήματα με καλλιτεχνικό περιεχόμενο.
Το 1944 πήρε τη μηχανή ενός αυτοκινήτου Fornt και την μετέτρεψε μαζί με τον αδελφό του Γεράσιμο, σε εξωλέμβιο για το καΐκι που κατασκεύασε ο ίδιος.
Μάλιστα, τη χρονιά αυτή το καΐκι θα κάνει το δρομολόγιο από την Πάτρα στην Τερψιθέα.
Το 1952 θα κατασκευάσει μια πριονοκορδέλα από εξαρτήματα πολεμικών πυροβόλων, η οποία και λειτουργούσε για πολλά χρόνια.
Θα δημιουργήσει το γνωστό σιδηρόδρομο «βαγόνι» που με αυτό τετραγώνιζε τα ξύλα. Ήταν γνωστός και αγαπητός ο μαστρο-Γιάννης όπως τον έλεγαν εκεί , στην Έρυσσο. Όποιος ήθελε κάτι το δύσκολο να επιδιορθώσει, να κατασκευάσει, έτρεχε στον Αρδαβάνη, για να του βρει τη λύση.
Εργαζόταν για χρόνια στο Μάγγανο, στο βόρειο μέρος του χωριού, όπου στο ισόγειο της δίπατης οικίας του, είχε για χώρο της δουλειά του. Ο χώρος αυτό χωριζόταν σε τρία μέρη: Το εκθετήριο –γραφείο του, δίπλα το καμίνι με τα παλιά εργαλεία και στην άλλη αίθουσα η κορδέλα και στο τρίτο μέρος τα παλιά μηχανήματα. Είχε δημιουργήσει στο χώρο της δουλειάς του, ένα παραδοσιακό μουσείο, που αρκετοί περαστικοί σταματούσαν και το θαύμαζαν.

Μέσα στις δημιουργίες του ξεχώριζαν οι κατασκευές – συνθέσεις από καθαρό ανοξείδωτο ατσάλι, που η λεπτοδουλειά και ο χρόνος του κόπου μετρούσαν αρκετές ώρες υπομονής. Πρόκειται για ρόδακες, συνθέσεις από ανοξείδωτο ατσάλι που έχουν θέματα με την αγροτική και πολιτιστική καθημερινότητα, λουλούδια και άνθινα στεφάνια, κάδρα και κάγκελα, που βλέποντάς τα σε μαγνητίζουν και απλά θαυμάζεις έως σήμερα τον δημιουργό τους.
Όλες αυτές οι υπέροχες καλλιτεχνικές συνθέσεις από ατσάλι με τις σχολαστικές λεπτομέρειες, συνδέονται αβίαστα και αρμονικά, χωρίς τη βοήθεια της νέας τεχνολογίας, όπως της ηλεκτροκόλυσης.
Μέσα σε αυτές τις συνθέσεις είναι και οι σιδεριές παλιών πορτονιών, βαρούλκων, κιγκλιδωμάτων με λεπτομέρειες και σχήματα διακόσμησης παλιάς εποχής.
Ξεχωριστές δημιουργίες είναι και η κατασκευή εξ’ ολοκλήρου παλιών κλειδαριών με τα παλιά και μεγάλα κλειδιά τους, που εντυπωσιάζουν, όταν βλέπεις, ότι όχι μόνο είναι υπέροχες, αλλά και λειτουργούν. Επίσης, εντυπωσιακές είναι οι κρεμαστές λάμπες ή και παρόμοιες του κομμού, που ο δημιουργός τους έβρισκε κατάλληλο και παλιό υλικό για να τις κατασκευάσει.

Ποικίλουν οι δημιουργικές κατασκευές του Αρδαβάνη και σε κερδίζουν όλο και πιο πολύ. Σε κερδίζει δε και η απλότητα και η αμεσότητα του καλλιτέχνη, που απλόχερα κατέθεσε την εμπειρία του και το βίωμά του. Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο που τον χαρακτήριζε ως έναν λαμπρό δημιουργό.
Ο Αρδαβάνης, «δάμαζε» το ατσάλι και το σίδερο και γινόταν ένας ποιητής του μετάλλου, που τα έργα του ακόμη και σήμερα δίνουν φως. Σεβόταν την παράδοση, στηριζόταν σε αυτήν και την αξιοποιούσε κατάλληλα δημιουργώντας έργα που πήγαζαν από το παρελθόν και απευθύνονταν στο μέλλον.
Ο Σπυρογιάννης Αρδαβάνης έφυγε απ’ τη ζωή τον Σεπτέμβριο του 2007.
Το Πολιτιστικό Σωματείο «Ο Πάλιος» του πραγματοποίησε το καλοκαίρι του 2007, με πολλή επιτυχία, μεγάλη έκθεση στον Θέατρο Ληξουρίου. Οι συγγενείς του έχουν φροντίσει το έργο του, το οποίο εκτίθεται μουσειακά.