Γράφει ο Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Η μητέρα της Θεοτόκου, η Αγία Άννα, αν και δεν αναφέρεται σε κανένα βιβλίο της Καινής Διαθήκης, κατέχει περίοπτη θέση στην ευσέβεια της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Οι όποιες πληροφορίες για την Άννα αντλούνται από τα Απόκρυφα Ευαγγέλια, ιδίως το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου και το Περί Νηπιότητας του Σωτήρος. Επρόκειτο για μια σεβαστή και αγία γυναίκα που προσπαθούσε να αποκτήσει ένα τέκνο με τον σύζυγό της, τον Ιωακείμ, και αυτό πραγματοποιήθηκε αποκτώντας ένα κοριτσάκι, σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές πηγές, «εξ επαγγελίας, αλλά και κατά τους νόμους της φύσεως», σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία. Το ονόμασε Μαριάμ και ήταν προορισμένη να γίνει η μητέρα του Χριστού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τρεις φορές την Αγία Άννα κατά τη διάρκεια του εορταστικού κύκλου: Στις 9 Δεκεμβρίου τη Σύλληψή της, στις 25 Ιουλίου την Κοίμησή της και στις 9 Σεπτεμβρίου μαζί με τον σύζυγό της Ιωακείμ.
Η Αγία Άννα (Hannah στα Αραβικά) τιμάται και από τη Μουσουλμανική Θρησκεία. Στο Κοράνι, η Άννα αναφέρεται ως σεβάσμια και πνευματική γυναίκα, μητέρα της Παναγίας.
Απολυτίκιο της Αγίας Άννας (25 Ιουλίου)
Ζωήν την κυήσασαν εκυοφόρησας, αγνήν θεομήτορα, θεόφρον, Ἄννα· δι’ ο προς λήξιν ουράνιον, ένθα ευφραινομένων, κατοικία εν δόξη, χαίρουσα νυν μετέστης, τοις τιμώσι σε πόθω, πταισμάτων αιτουμένη ιλασμόν, παμμακάριστε.
Εορτάζει στην περιοχή του Ληξουρίου, το ομώνυμο ιδιωτικό ναΰδριοστα Λέπεδα και μάλιστα η εφέστια εικόνα του αποτελεί δέηση των κτητόρων του ναού. Πρόκειται για μια εικόνα, που αγιογραφικά δείχνει την Αγία Άννα να κρατά την Παναγία, ως κοριτσάκι, ακολουθώντας τη μητρική στάση της προσφοράς του ιερού σκοπού της.
Η εικόνα έχει δυο αγιογραφικά επίπεδα. Το πάνω μέρος εικονίζει την Αγία Άννα με χαμηλωμένα τα μάτια, δείχνοντας ταπείνωση προς την ιερή αποστολή της γέννηση της κόρης της, της Παναγίας, ενώ η νεανίδα Παναγία έχει ανοικτές τις αγκάλες της, τα χέρια της σε στάση δέησης, για να δείξει το σκοπό της θείας της ύπαρξης, για την έλευση του Θεανθρώπου. Δεξιά κι αριστερά στο πάνω μέρος της σύνθεσης, υπάρχουν δυο άγγελοι σε σύννεφα, οι οποίοι κρατούν ειλητάριο, επιβεβαιώνοντας τη θεία αποστολή της Αγίας.
Η εικόνα και στα δυο εικονογραφικά μέρη της έχει πλευρικά προς την κορνίζα διακοσμητικά στοιχεία και που παρ’ όλο που η φθορά στο κάτω μέρος της εικόνα είναι εμφανής, αυτά υπήρχαν ως συνέχεια της διακόσμησης.
Το δεύτερο αγιογραφικό μέρος της εικόνας προς τα κάτω, είναι μια δέηση με μια σπάνια αγιογραφική θεματική. Εικονίζει τέσσαρις άγιες μορφές, που στη βιωτή τους έδρασαν σε διαφορετικούς αιώνες. Στο κέντρο και στις οριζόντιες κεραίες του Σταυρού, εικονίζονται οι βασιλείς άγιοι: Η Αγία Ελένη και ο Μέγας Κωνσταντίνος, που φορούν πατριαρχικά ρούχα ή καλύτερα θα έλεγα πως πρόκειται για αρχιερατικό σάκο.
Το χρώμα των ενδυμάτων διαφορετικό και στις δυο μορφές, δημιουργεί αντίθεση. Φανερό είναι, παρόλη τη φθορά της εικόνας, πως πρόκειται για τους: Κωνσταντίνο και Ελένη, που φέρουν στην κεφαλή τους το βασιλικό διάδημα. Η αγιογράφηση του Τιμίου Σταυρού στο κέντρο της εικόνας σε συνδυασμό με την Αγία Ελένη, αποτελούσε γεγονός που σημάδεψε την Ορθοδοξία και στύλωσε την πίστη κατά τα χρόνια εκείνα του Βυζαντίου. Στα δεξιά, με μικρή κλίση του σώματος προς τα έξω, εικονίζεται ο απόστολος Παύλος, κρατώντας ανοικτό βιβλίο, με εκκλησιαστική γραφή που αναφέρεται στην εκκλησία του Ιησού Χριστού. Τον αγγίζει το βασιλικό χέρι του Μεγάλου Κωνσταντίνου με ανάλαφρο τρόπο, δείχνοντας την στερεότητα της Χριστιανικής Πίστης. Στο άλλο άκρο της εικόνας εικονίζεται ο Άγιος Γεράσιμος, ο νέος ασκητής της Κεφαλληνίας, φοράει το ασκητικό σχήμα, στέκεται, με ελαφρά κλίση γερμένο το σώμα του προς τα έξω,προτάσσει το ειλητάριό του με την συνηθισμένη επιγραφή και λίγο πιο κάτω, το χέρι του διασταυρώνεται με το βασιλικό χέρι της Αγίας Ελένης.
Εν κατακλείδι, η εικόνα έχει πολύ μελετητικό ενδιαφέρον και πιστεύω πως, συνδυάζει τους βασικούς πυλώνες της ιστορικής πορείας του χριστιανισμού στην Κεφαλονιά.

